Προσκεκλημένες/οι ομιλήτριες/τές

Δήμητρα Μακρυνιώτη

Δήμητρα Μακρυνιώτη

Η Δήμητρα Μακρυνιώτη γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι Ομότιμη Καθηγήτρια της Κοινωνιολογίας με έμφαση στις μικροκοινωνιολικές προσεγγίσεις του Τμήματος Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα αφορούν τη μικροκοινωνιολογία του Erving Goffman και τις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της παιδικής ηλικίας, του σώματος και του θανάτου.

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:
Εκπαίδευση για τα κοινά: μια (τελευταία;) ευκαιρία για να δούμε το σχολείο αλλιώς.
Αν και η κριτική στη σχολική εκπαίδευση σχεδόν συμπίπτει χρονικά με την καθιέρωση του εκπαιδευτικού θεσμού, στην πράξη έχει ελάχιστα υπονομεύσει τις καταστατικές αρχές, τη δομή και το περιεχόμενο του σχολείου. Η εξάλειψη της ανισότητας, η αξιοκρατία, το άνοιγμα του σχολείου στην κοινότητα και στον κόσμο, η εκπαίδευση στην και για τη δημοκρατία, εξακολουθούν να αποτελούν ζητούμενο, και να παραμένουν μελαγχολικά επίκαιρα. Διανύοντας τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, η υποταγή της εκπαίδευσης στους νόμους της αγοράς, η έμφαση στην εξειδίκευση, τη δια βίου μάθηση, και την εργαλειοποίηση των προσφερόμενων γνώσεων, σε συνδυασμό με την εξύμνηση του ευπροσάρμοστου και εύπλαστου υποκειμένου όχι μόνο δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον γύρω από το σχολείο αλλά, το κρισιμότερο, του υπαγορεύουν, άλλοτε ρητά και άλλοτε όχι, τι και πώς να εκπαιδεύει, ποιες γνώσεις αξίζει να μεταδώσει, ποιες δεξιότητες να καλλιεργήσει, τι τύπο μελλοντικού υποκειμένου να διαμορφώσει. Σε αυτές τις συνθήκες η εκπαίδευση για τα κοινά προσφέρει ένα εναλλακτικό αφήγημα το οποίο προτείνει ή υπόσχεται μια ριζοσπαστική επανεξέταση του σχολείου, του αναλυτικού προγράμματος, της διδασκαλίας και της μάθησης, της γνώσης και της μελέτης, της συμμετοχής και της συν-βίωσης, της φωνής και της σιωπής, της διαφοράς και της δημοκρατίας. Η ανακοίνωση αυτή θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Με γνώμονα τη θεωρία των εκπαιδευτικών κοινών αλλά και τις πρακτικές που αντλούν από αυτή, θα σταθώ ιδιαιτέρως στην έννοια της παιδικής ηλικίας, του παιδικού σώματος και των συναισθημάτων θεωρώντας ότι το συγκεκριμένο αφήγημα έχει τη δυναμική να τολμήσει τόσο την εναλλακτική προς την κυρίαρχη αντίληψη προσέγγισή τους όσο και να τη συμπεριλάβει στο όραμα του μελλοντικού σχολείου.


Σπύρος Θεμελής

Ο Σπύρος Θεμελής είναι Αν. Καθηγητής στο University of East Anglia. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα αφορούν στη διερεύνηση της συμβολής των κοινωνικών κινημάτων στην ανανέωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τις διαθεματικές ανισότητες και την εκπαίδευση. Έχει δημοσιεύσει το βιβλίο Social Change and Education από τις εκδόσεις Palgrave (2013) και πολλές εργασίες σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Πρόσφατα επιμελήθηκε τον συλλογικό τόμο Critical Reflections on the Language of Neoliberalism in Education από τις εκδόσεις Routledge (2021). Επιπρόσθετα, κατέχει θέση Ερευνητή στο Research Center for Contemporary Chinese Studies στο Wuhan University της Κίνας, όπως και στο Centre for Contemporary Immigration Studies του University of California στο San Diego των Η.Π.Α.

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:
Κοινωνικά κινήματα και πολυκοσμικές (pluriversal) παιδαγωγικές: οικοδομώντας έναν κόσμο πολλών κόσμων.
Πώς συμβάλλουν τα κοινωνικά κινήματα στην ανανέωση και εμβάθυνση της δημοκρατίας; Πώς μας βοηθά ο εκπαιδευτικός ακτιβισμός να περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη; Τι είδους απαντήσεις μπορούν να δώσουν τα κοινωνικά κινήματα στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και ο πλανήτης μας, όπως η κλιματική αλλαγή, η άνοδος των εξτρεμιστικών ιδεολογιών και η απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης; Σε αυτήν την παρουσίαση εξετάζω μερικές απαντήσεις που έχουν δωθεί σε αυτά τα ερωτήματα μέσω της θεωρητικής και ακτιβιστικής εργασίας μου τα τελευταία 12 χρόνια με κοινωνικά κινήματα στη Λατινική Αμερική (κυρίως στη Χιλή και τη Βραζιλία) και στην Ευρώπη (ειδικά στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο). Μελετώ πώς οι δομές που δημιουργούν επιλεγμένα κοινωνικά και εκπαιδευτικά κινήματα, οι παιδαγωγικές που δημιουργούν και οι πολιτικές που προτείνουν συμβάλλουν στη δημιουργία εναλλακτικών επιστημολογιών, προεικονιστικών (prefigurative) οντολογιών και κοινωνικά δίκαιων αξιολογικών πλαισίων. Στη συνέχεια χτίζω πάνω σε αυτό το πλαίσιο, για να διερευνήσω τη δυνατότητα αυτών των κινημάτων να υπερβούν την τριάδα των καπιταλιστικών-αποικιοκρατικών-οικοκτονικών (ecocidal) σχέσεων που μας περιβάλλουν. Με αυτήν την παρέμβαση, στοχεύω να προσθέσω στο ‘παγκόσμιο ψηφιδωτό των εναλλακτικών’ (TAP, 2020) που υφαίνουν κοινωνικά κινήματα, ακτιβιστές και πλήθος ομάδων σε όλο τον κόσμο που τολμούν να φανταστούν αλλά και να πειραματιστούν με εναλλακτικές. Το κάνω αυτό προσφέροντας ένα νέο θεωρητικό πλαίσιο που αντιπαραθέτει τις ρεαλιστικές παιδαγωγικές με τις πολυκοσμικές (pluriversal) παιδαγωγικές. Οι μεν, αντιστοιχούν στην ιδεολογία, το ήθος και την παιδαγωγική του κυρίαρχου συστήματος και των θεσμών του και αποτελούν το σύνολο της καπιταλιστικής κοινωνικής πραγματικότητας ως ενιαίο και κλειστό πλαίσιο. Οι δε, βρίσκονται ανάμεσα στην παιδαγωγική της ανάδυσης και την πολιτική προδιαμόρφωσης που ενεργοποιούν τα προοδευτικά κοινωνικά κινήματα και βασίζονται στην αντίσταση, την αλληλεγγύη και την ελπίδα.

Σπύρος Θεμελής

Ιωάννης Καμαριανός

Ο Ιωάννης Καμαριανός είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων  διδάσκει τα αντικείμενα της Κοινωνιολογίας, Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης, και Κοινωνικής Έρευνας, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο, από το 1997. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται σε θέματα που αφορούν στην Kοινωνιολογία ,στην Mεθοδολογία έρευνας και στην Kοινωνιολογία της Eκπαίδευσης (φαινόμενα αποκλεισμού και ανισότητας).

Ως επιστημονικά υπεύθυνος και μέλος ερευνητικών ομάδων έχει συμμετάσχει σε εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα, σε θεματικές που αφορούν την Kοινωνιολογία και την Kοινωνιολογία της Eκπαίδευσης. Έχει συμμετάσχει και επιβλέψει προπτυχιακές διπλωματικές εργασίες, μεταπτυχιακές διπλωματικές εργασίες και διδακτορικές διατριβές των Πανεπιστημίων Πατρών, Πελοποννήσου, Αριστοτελείου, Δυτικής Μακεδονίας, Κρήτης και του Πανεπιστήμιο Αιγαίου και του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Επίσης διετέλεσε διευθυντής του Εργαστηρίου Ανάλυσης και Σχεδιασμού Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Κοινωνιολογικής Ανάλυσης Δεδομένων της Εκπαίδευσης, Τεκμηρίωσης (ΦΕΚ 61/10-4-1990) στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Πατρών.

Τέλος, έχει διδάξει σε ευρωπαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού όπως στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης (μεταπτυχιακό), στο Πανεπιστήμιο του Malmö, στην Παιδαγωγική Ακαδημία της Βιέννης (προπτυχιακό), στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Σάλτσμπουργκ (προπτυχιακό), στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Linz (μεταπτυχιακό ) και στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κύπρου (προπτυχιακό & μεταπτυχιακό).

Επιπρόσθετα διατέλεσε μέλος της Ελληνικής, Ευρωπαϊκής και Διεθνούς Εταιρείας Κοινωνιολογίας, καθώς και μέλος συντακτικών επιτροπών ελληνικών και διεθνών περιοδικών. Υπήρξε επίσης μέλος επιστημονικών επιτροπών εθνικών και διεθνών συνεδρίων.

Έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα, τα περισσότερα εκ των οποίων σε διεθνή περιοδικά και πρακτικά διεθνών συνεδρίων. Τόσο σε επίπεδο συγγραφής βιβλίων όσο και στο επίπεδο συγγραφής ελληνικών και ξενόγλωσσων άρθρων έχει χρησιμοποιήσει τόσο ποσοτική όσο και ποιοτική μεθοδολογία.

Τέλος συμμετέχει στη δημόσια σφαίρα με δημοσιεύσεις άρθρων στον ημερήσιο τύπο αλλά και με επιστημονική ευθύνη σε  documentaries με θέμα την εκπαίδευση. 

ResearchGate : https://www.researchgate.net/profile/Ioannis-Kamarianos

Google Scholar:  https://scholar.google.com/citations?user=6UH3GZEAAAAJ&hl=el

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:
Νεκροπολιτικές (Necropolitics)

Τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο οι αναλύσεις και οι προβληματισμοί της επιστημονικής κοινότητας για την αντιμετώπιση του συνεχούς της κρίσης (Permacrisis) αποτέλεσαν ένα διεπιστημονικό τόπο.  Σημαντικό μέρος της προσπάθειας των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών για την διερεύνηση των επιπτώσεων του φαινομένου έχει ως βασικό ερμηνευτικό πλαίσιο την θεωρία της Βιοπολιτικής (Biopolitics) του Γάλλου διανοητή Μ. Foucault (1976), τη ρευστότητα και την επανεννοιολόγηση της διακινδύνευσης (Risk). 

Η παρούσα μελέτη επικεντρώνει στην ερμηνευτική σημασία του συγκεκριμένου πλαισίου ενώ διερευνά  και προτείνει ως ερμηνευτικό πλαίσιο κατανόησης και αντιμετώπισης των πολιτικών που εφαρμόζονται στο θεωρητικό πλαίσιο των Νεκροπολιτικών (Necropolitics) του Καμερουνέζου διανοητή Achille Mbembe ( 2019). Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη θέτει ως αφετηρία διερεύνησης τη θέση του Mbembe σύμφωνα με την οποία σύγχρονες πολιτικές του Κράτους δεν μπορούν να εξηγηθούν από τις θεωρίες της βιοεξουσίας και της βιοπολιτικής. Για τη διερεύνηση της παραπάνω θέσης η μελέτη θα υιοθετήσει την ποιοτική προσέγγιση της μελέτης περίπτωσης. Αρχικά η μελέτη-περίπτωση του εγκλήματος των Τεμπών θα αναλυθεί υπό το πρίσμα της θεωρίας των Foucault και Mbembe. Σε ένα δεύτερο επίπεδο η μελέτη θα θέσει υπό ανάλογη διερεύνηση ζητήματα πολιτικής του Κοινωνικού Κράτους που αφορούν στη δημόσια απολαβή του εκπαιδευτικού αγαθού. 

Συμπερασματικά, η συγκεκριμένη διερεύνηση καταλήγει καταρχάς στη συζήτηση της θέσης του Jasbir Puar (2007) σύμφωνα με την οποία  οι συζητήσεις για τη βιοπολιτική και τη νεκροπολιτική πρέπει να είναι αλληλένδετες, με τη νεκροπολιτική να αποτελεί την υπέρβαση των βιοπολιτικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων ως ειδοποιό ποιοτικό χαρακτηριστικό των παρατηρούμενων στο κοινωνικό και εκπαιδευτικό πεδίο μετα-πολιτικών. 

Λέξεις-κλειδιά: Βιοπολιτική, Νεκροπολιτική, μετα-πολιτική, εκπαίδευση. 

Βασιλική Καντζάρα

Η Βασιλική Καντζάρα είναι Καθηγήτρια στην Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης στο Πάντειο  Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Είναι μέλος της Επιτροπής Ισότητας Φύλων και Καταπολέμησης των Διακρίσεων στο Πάντειο και στο παρελθόν διετέλεσε Διευθύντρια του ΠΜΣ «Κοινωνιολογία». Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων σε μίκρο- και μάκρο-επίπεδο ανάλυσης, όπως για παράδειγμα θέματα διακυβέρνησης και ιδιωτικοποίησης στην εκπαίδευση, η σχολική επίδοση, η  εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), οι ανισότητες και η αλληλεγγύη σε συνθήκες κρίσης. Ανάμεσα στις τελευταίες της δημοσιεύσεις είναι: (2020) Η εκπαίδευση σε συνθήκες κρίσης (2009-2014) ). Επιπτώσεις και πολιτικές – μια κοινωνιολογική προσέγγιση, ένα άρθρο με συν-γραφείς (2023) “Demarcating New Borders: Transnational Migration and New Educational Governance. Empirical Explorations in Greece, Turkey, and Germany” (Deutsche Gesellschaft für Erziehungswissenschaften (DfGE) & Verlag Barbara Budrich), και (2024 -στα ολλανδικά) «Οι θεωρίες των Ντυρκέμ, Μαρξ και Βέμπερ περί της εκπαίδευσης ως κοινωνικού θεσμού» σε συλλογικό τόμο (Αμβέρσα: εκδ. Garant).

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:

Αξιολόγηση, κουλτούρα ελέγχου και αναγνώριση: χαρτογραφώντας σχέσεις και διασυνδέσεις στη διαχείριση της εκπαίδευσης ‘από απόσταση’

Η αξιολόγηση της επίδοσης εκπαιδευτικών και ιδρυμάτων αποτελεί εργαλείο στην άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής με μια ολοένα αυξανόμενη δυναμική τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Η πρακτική αυτή συνδέθηκε σταδιακά με τον έλεγχο ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά και αποδοτικότητας εργαζομένων και επιχειρήσεων μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και επεκτάθηκε σε όλους σχεδόν τους θεσμούς του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Σήμερα οι συνέπειες είναι φανερές, ειδικά όταν παράγονται λίστες ταξινόμησης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κάτι το οποίο με τη σειρά του συμβάλλει στην ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, αλλά και άλλων κοινών αγαθών. Η εξέλιξη αυτή σχετίζεται με την «αναβαθμονόμηση» του κράτους (Ball &  Υoudell, 2008) και εξηγείται ως «ακαδημαϊκός καπιταλισμός» (Slaughter & Leslie, 2001). 

Τα ερωτήματα, που τίθενται στην εισήγηση αυτή είναι: πώς η αξιολόγηση της επίδοσης ως μέσο πολιτικής απόκτησε δυναμική και κάτω από ποιες κοινωνικές συνθήκες; Ποια είναι τα ρητά και υπόρρητα στηρίγματα στα αφηγήματα, τα οποία εξηγούν την ευρεία χρήση και αποδοχή της αξιολόγησης; 

Στην εισήγηση αναφερόμαστε στην εμφάνιση της αξιολόγησης στο πλαίσιο της κουλτούρας ελέγχου («audit culture» – Strathern, 2000), η οποία αναπτύχθηκε ως εργαλείο της νέας μορφής διακυβέρνησης από τη δεκαετία του 1990 και εφεξής υποστηριζόμενη από διεθνείς και υπερεθνικούς οργανισμούς (ήτοι η Διεθνής Τράπεζα, ο ΟΟΣΑ, και η ΕΕ). Στη συνέχεια, εξετάζουμε τις υπόρρητες διασυνδέσεις της αξιολόγησης με την αναγνωρισιμότητα. Η αναγνώριση, όπως την εννοούν οι φιλόσοφοι Fichte, Hegel, και Honneth (Honneth, 1995), αποτελεί κομβικό σημείο για τη συγκρότηση του κοινωνικού εαυτού και των συλλογικών φαινομένων, όπως είναι η κατασκευή της κοινωνικής ιεραρχίας. 

Η σχέση ανάμεσα στην αξιολόγηση και την αναγνώριση του ατόμου ή του ιδρύματος αποτελεί εν πολλοίς ένα ανεξερεύνητο πεδίο, η μελέτη του οποίου μπορεί να εξηγήσει πολλές πτυχές της εκπαίδευσης: από τις κοινωνικές βάσεις της σχολικής επίδοσης μέχρι και τον αγώνα για δημοκρατικές μεταβολές που να πληρούν τους όρους για ισότητα και συμπεριληπτικότητα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ο Νίκος Φωτόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα κινούνται γύρω από την Κοινωνιολογία του Πολιτισμού, την Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης, την Κριτική Πολιτισμική Θεωρία, τη Διά Βίου Μάθηση και την Εκπαίδευση Ενηλίκων. Επί σειρά ετών είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Κέντρου Αναπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ ενώ από το 2021, κατέχει τη θέση του Επιστημονικού Διευθυντή. Άρθρα και δημοσιεύσεις κειμένων του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Εκτός από το ακαδημαϊκό και ερευνητικό σκέλος του έργου του, ασχολείται ενεργά με την ποίηση και τη δημιουργική γραφή.

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:

Εκπαίδευση & Δια Βίου Μάθηση στον 21ο αιώνα: τάσεις και μεταλλάξεις στην εποχή της μετα-νεωτερικής ρευστότητας

Στις μέρες μας η εκπαίδευση εμφανίζεται ως μια θεσμική περιοχή, εξαιρετικά περίπλοκη, σύνθετη και περισσότερο απαιτητική. Οι εγκύκλιες σπουδές και ειδικότερα η απόκτηση ενός πτυχίου δεν συνιστούν όπως στο παρελθόν ακλόνητα εχέγγυα για την πρόσβαση στην αγορά εργασίας ενώ παράλληλα μεταδίδεται το μήνυμα της διαρκούς, πολύπλευρης και εντατικής ανάπτυξης των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων για τη δρομολόγηση επαγγελματικής και κοινωνικής κινητικότητας. Σε όλες τις εκδοχές, το εγχείρημα της μάθησης  εδραιώνεται ως δια βίου ανάγκη ενώ σταδιακά μετατρέπεται σε ψυχαναγκαστική επιβολή, παραδοχή που εντείνει την εναγώνια αναζήτηση «νέων διευθετήσεων» σε συνθήκες ρευστότητας, αποξένωσης και αβεβαιότητας. Βασικός σκοπός της εισήγησης αποτελεί η κοινωνιολογική επαναδιαπραγμάτευση κρίσιμων ζητημάτων όπως η λειτουργία των εκπαιδευτικών συστημάτων στον 21ο αιώνα, η σχέση της εκπαίδευσης με την παραγωγική διαδικασία, η συμβολή των εκπαιδευτικών μηχανισμών στις κοινωνικές ιεραρχήσεις, ο ρόλος της εκπαιδευτικής πολιτικής στην παγκοσμιοποίηση, οι “μεταλλάξεις” και οι μεταβολές στις δομές προσόντων και δεξιοτήτων στην εποχή της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης κ.ά.

Νέλλη Ασκούνη

Η Νέλλη Ασκούνη είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στο Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το διάστημα 1997-2019 ήταν μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Προγράμματος «Εκπαίδευση των παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη» που είχε στόχο τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την κοινωνική ένταξη των παιδιών της μειονότητας.  Τα κύρια ερευνητικά και διδακτικά της αντικείμενα είναι οι σύγχρονες όψεις των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση, η εκπαίδευση παιδιών μεταναστών και μειονοτικών ομάδων, οι σχέσεις σχολείου οικογένειας και οι επαγγελματικές ταυτότητες και πρακτικές των εκπαιδευτικών.

(Ιστοσελίδα)

Περίληψη κεντρικής ομιλίας:

Κοινωνικές ανισότητες και εκπαίδευση στην ψηφιακή εποχή

Οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας παρεμβαίνουν καθοριστικά στην συγκρότηση των κοινωνικών υποκειμένων, των κοινωνικών σχέσεων, της ίδιας της κοινωνικής πραγματικότητας. Οι νεότερες γενιές κοινωνικοποιούνται στο μιντιακό περιβάλλον, με το οποίο αναπτύσσουν μια οιονεί «φυσική» σχέση. Η γενικευμένη χρήση των media δημιουργεί την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα πεδίο ανοιχτό, προσβάσιμο από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Η εισήγηση επιχειρεί να αναδείξει νέες μορφές ανισότητας που χαρακτηρίζουν αυτό το πεδίο, προσεγγίζοντας την κοινωνικά διαφοροποιημένη σχέση με τα media ως μέρος ενός «πολιτισμικού κεφαλαίου», του οποίου η απόκτηση, αλλά και η απόδοση συναρτάται με την ταξική διαίρεση της κοινωνίας στα σημερινά συμφραζόμενα. Οι ταχύτατες ψηφιακές αλλαγές επαναπροσδιορίζουν με νέους (και αβέβαιους) όρους τον ρόλο της εκπαίδευσης.  Χρειάζονται λοιπόν νέα εννοιολογικά εργαλεία για την διερεύνηση αυτού του ρόλου, τόσο ως μηχανισμού αναπαραγωγής και κοινωνικού ελέγχου, αλλά και ως προϋπόθεσης για κοινωνική χειραφέτηση και άμβλυνση των ανισοτήτων.

Λεπτομέρειες για τις ομιλίες θα ανακοινωθούν σύντομα.